Στη σύγχρονη εποχή η ρύπανση του περιβάλλοντος από βιομηχανικά και αστικά απόβλητα έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις και, συνεπακόλουθα, το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και των αρχών, ειδικά στον ανεπτυγμένο κόσμο, έχει επιβάλλει τη λήψη μέτρων για την κατά το δυνατόν αποτελεσματικότερη διαχείριση αυτού του προβλήματος. Στο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας βρίσκεται η αντιμετώπιση και κυρίως ο έγκαιρος εντοπισμός της ρύπανσης του εδάφους και
ειδικότερα των υπογείων υδάτων, που προέρχεται από διαρροές σε χώρους απόθεσης αποβλήτων (όπως είναι οι Χ.Υ.Τ.Α.). Λόγω, όμως, της δομικής πολυπλοκότητας του υπεδάφους και της αδυναμίας να γνωρίζουμε το σημείο και τον χρόνο εκκίνησης μιας υπόγειας ρύπανσης, η προσπάθεια μιας τέτοιας πρόβλεψης καθίσταται εξαιρετικά δύσκολη. Στην πραγματικότητα, πρέπει
να επιτευχθεί μια ισορροπία μεταξύ της έγκαιρης ανίχνευσης τυχόν ρύπανσης αλλά και της αποφυγής υπερβολικών και δαπανηρών περιορισμών από τη νομοθεσία (LeGrand and Rosen, 1992).
Προς την κατεύθυνση αυτή, η χρήση των στοχαστικών μοντέλων μπορεί να δώσει πολύ χρήσιμα αποτελέσματα αφού, συνυπολογίζοντας τις παραμέτρους αβεβαιότητας του περιβάλλοντος, μπορεί να δώσει, με κάποιες παραδοχές, εκτίμηση της πιθανότητας ανίχνευσης υπόγειας ρύπανσης από ένα
σύστημα πηγαδιών παρακολούθησης.
Ο βασικός σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι ο υπολογισμός της
πιθανότητας ανίχνευσης υπόγειας ρύπανσης σε ετερογενή εδάφη, η οποία προέρχεται από μία στιγμιαία διαρροή ενός ρυπαντή σε έναν Χ.Υ.Τ.Α., και δύναται να εντοπιστεί από μία διάταξη πηγαδιών – γεωτρήσεων παρακολούθησης του υδροφόρου ορίζοντα. Εξετάζονται διαφορετικές διατάξεις πηγαδιών παρακολούθησης υπόγειας ρύπανσης τόσο ως προς το πλήθος τους όσο και
ως προς τη χωροθέτησή τους σε σχέση με το Χ.Υ.Τ.Α. , καθώς η αποτελεσματικότητα της καθεμίας, σε σχέση με τη μεγιστοποίηση της πιθανότητας ανίχνευσης.
Η ετερογενής φύση του εδάφους προσομοιάζεται με τη χρήση στοχαστικών υπολογιστικών μοντέλων, με σκοπό την πρόβλεψη της κίνησης του πλουμίου της υπόγειας ρύπανσης, έτσι ώστε να γίνει εφικτή η εκτίμηση της ανίχνευσης ή όχι της ρύπανσης με τη χρήση πηγαδιών – γεωτρήσεων, στα οποία πραγματοποιούνται συχνές δειγματοληψίες και χημικοί έλεγχοι των δειγμάτων. Το πεδίο
προσομοίωσης θεωρήθηκε δύο διατάσεων, ενώ για τις διαστάσεις του Χ.Υ.Τ.Α. και τις αποστάσεις των πηγαδιών απ’ αυτόν αλλά και μεταξύ τους χρησιμοποιήθηκαν ρεαλιστικές τιμές μήκους.
Η εργασία αποτελείται συνολικά από Επτά Κεφάλαια και Τρία Παραρτήματα. Το Πρώτο είναι εισ...