Η μεταβολή του παγκόσμιου κλίματος έχει πλέον συνδεθεί με τις ανθρωπογενείς εκπομπές ρύπων οι οποίες οδηγούν στην ένταση φυσικών φαινομένων, όπως το φαινόμενο του θερμοκηπίου, το οποίο αποτελεί την κύρια αιτία για την αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη μας και ένα από τα σημαντικότερα περιβαλλοντικά προβλήματα. Το πιο κοινό αέριο του θερμοκηπίου είναι το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) το οποίο κυριαρχεί στις παγκόσμιες εκπομπές και προέρχεται από την καύση ορυκτών καυσίμων. Η ενεργειακή βιομηχανία αποτελεί την κυριότερη πηγή εκπομπών CO2. Η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη οδηγεί σε μια συνεχόμενη αύξηση της ζήτησης για ενέργεια και κατ’ επέκταση του συνολικού παγκόσμιου ενεργειακού εφοδιασμού που κυρίως βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι καταστροφικές για τον κόσμο και ήδη έχουν δημιουργήσει δυσμενείς συνθήκες σε πολλές περιοχές του πλανήτη μας καθώς επίσης και σε θέματα της παγκόσμιας οικονομίας .
Υπό αυτό το πρίσμα η κλιματική αλλαγή είναι ένα θέμα που αφορά στην παγκόσμια κοινότητα, κάνοντας επιτακτική την ανάγκη διαμόρφωσης διεθνών μέτρων. Η Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος, καθώς και το πρωτόκολλο του Κιότο που ακολούθησε αποτελούν τις κυρίαρχες συντονισμένες προσπάθειες με την συμμετοχή των περισσοτέρων χωρών παγκοσμίως, για την καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών. Μέσα σε αυτό το διεθνές πλαίσιο θέτονται στόχοι και δεσμεύσεις για την μείωση εκπομπών μέσω τριών ευέλικτων μηχανισμών. Ο βασικότερος από αυτούς είναι το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ΣΕΔΕ) προκειμένου να μειωθούν με οικονομικά αποδοτικό τρόπο οι εκπομπές CO2 μεταξύ των κρατών –μελών. Το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας ξεκίνησε την 1η Ιανουαρίου 2005 και η πρώτη φάση του ολοκληρώθηκε το 2007, η δεύτερη αφορά στην περίοδο 2008-2012 ενώ τρίτη φάση αφορά στα έτη 2013-2020. Το ΣΕΔΕ της ΕΕ αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα συστήματα εμπορίας ρύπων παγκοσμίως. Σύμφωνα με το σύστημα, μια βιομηχανικά ανεπτυγμένη χώρα που έχει μειώσει της εκπομπές της πέρα των αρχικών στόχων που προβλέπει το πρωτόκολλο, μπορεί να «πουλήσει» τα δικαιώματα που αντιστοιχούν σε αυτήν τη μείωση σε άλλη χώρα που αντιμετωπίζει δυσκολίες στο να πετύχει το στόχο της.
Οι στόχοι αυτοί μεταφράζονται σε συγκεκριμένο όριο εκπομπών (CAP) για κάθε χώρα και κατ’ επέκταση για κάθε επιχείρηση το οποίο διατίθεται ή πωλείται στις επιχειρήσεις υπό μορφή δικαιωμάτων εκπομπών που αντιπροσωπεύουν το δικαίωμα να εκπεμφθεί ή να απαλλαχθεί μια ποσότητα ενός συγκεκριμένου ρύπ...